|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προσωποποιούμαι? — — κρόταλο — τορνεύω — πισσαλείφω — απόστραβος — δεσποινίδα — γναφευτικός — μυροφόρος — πολυθεσία — γνάθος — μελισσοκουβέλα — καρροποιείο — ίρις — άδροσος — ωογενεσία — γαγγραινούμαι — στιλέτο — εδέθην — ανάδειξη — ξυλέμπορας — μελιγγούνι — σκαμπαβία |
|||