|
неубаюканный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неубаюканный? — ανανούριστος как с (ново)греческого переводится слово ανανούριστος? — неубаюканный — συμπονάω — συσφικτήρας — υβριστικό — γαλακτερός — ονομασία — μονοχρωμία — βαμβακόπετρα — Ολλανδέζα — σφαγιό — έπηξα — αδάκρυτος — επικράτηση — σιτόχρους — εσάς — αλμυράδα — τσακπίνα — προσθέτω — σχαστηρία — λαντουρώ — νεόπλασμα — φανφαρονισμός |
|||