|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αλευρόνερο? — — ανοικοδόμηση — εκθεμελιώνω — αλεξίβροχο — λοίμωξη — μαχητικός — εθνοφρουρός — γιορτιάτικος — ευζωνάκι — νεογέννητο — θιασώτις — ξενώνω — συνεργώ — τόν — οχτρός — σημαντικά — παρασιώπηση — καμινεύτρια — εκτός — δούκας — πνευματούχος — καρκαλέτσος |
|||