|
η доброволец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово доброволец? — εθελοντής как с (ново)греческого переводится слово εθελοντής? — доброволец — γκλάβα — φουσκαλίδα — φρεσκοκουρεμένος — Σμαρώ — πανέρμος — πρώρα — επιδιόρθωση — μπουκωμένος — χαρτοπετσετοθήκη — κορφούλα — μαλλιοτραβιούμαι — αρίδι — επανασυζητώ — νεκροψία — ντεμιρτζής — φρουμάζω — ενσαρκώνω — ημιμάχιμος — χωρατεύω — γυαλίζομαι — σαρκαστικός |
|||