|
ο буддист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово буддист? — βουδδιστής как с (ново)греческого переводится слово βουδδιστής? — буддист — τριάρα — αλπότρυπα — κορτάρισμα — καψικόν — σάλος — αβαράρω — λασκαρισμένος — εντούτοις — τυφλοκομείο — μεγαλοφρονώ — κωπηλατικός — νομαδισμός — φτηνά — καλομαθημένος — βρόχος — κωλιά — οφθαλμαπάτη — λαμπρά — μετακινούμαι — κτηνωδία — αριθμογραφία |
|||