|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξενοκίνητος? — — μάλλινος — έναιμος — καλωδιακός — υδρόβιος — ονοματισμός — υπόηχος — αυτοκινητόδρομος — προσχηματίζομαι — Τσικνοπέμπτη — ξεκολοκαιριάζω — πώρος — εννιάδα — γκρενά — κουμπαρούλα — ξεστυλώνω — ίουλος — τρωϊκός — χαζεύω — δεκατετραετία — αποστάθμιση — συγχωνεύω |
|||