|
стеклографировать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стеклографировать? — υαλογραφώ как с (ново)греческого переводится слово υαλογραφώ? — стеклографировать — αξιοποιήσιμος — παραγνωρισμένος — μισογεμισμένος — επικάμπτω — χρονομέτρηση — διέπηξα — απονίβω — βραστή — χρειασίδι — ξυλοδεσία — μεταπουλώ — απλός — χώνεψη — ζευζεκιά — ταλαιπωρημένος — αρχαιοφύλαξ — αλοπηγός — ανεμοσκόρπιστος — διαταράκτης — θερμοκαυτήρας — αθεόφοβος |
|||