|
подпирать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подпирать? — αναστυλώνω как с (ново)греческого переводится слово αναστυλώνω? — подпирать — σπερματισμός — οπερατέρ — αχαρτοσημαστός — τερψιλαρύγγιο — καρυδώνω — παγκοσμιοποιημένος — ξέπασχα — μπλόκο — μυθολόγος — κάντιο — αρετή — ασπροσίταρο — γεραίρω — λαμπίζω — ραστώνη — περαιτέρω — θερμιδομετρία — επισυμβαίνω — φιλάρετος — καρδάμωμα — ιχθυοπωλείο |
|||