|
неизвещённый, неуведомленный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неизвещённый? — ανειδοποίητος как на (ново)греческом будет слово неуведомленный? — ανειδοποίητος как с (ново)греческого переводится слово ανειδοποίητος? — неизвещённый, неуведомленный — καραβοφάναρο — ελαιοδεψία — μαρουλόφυλλο — ζούληγμα — αεριοφυλάκιο — λαναρίζω — θηλαστικό — τσιρίζω — οινοποιείο — αλλιον — επανείδον — ευελιξία — φιδοζώνομαι — πετσοκόμματο — σακχαρότευτλο — λατρευτής — αδιαφιλονείκητος — αισχύνη — ανήλιος — Αλεξανδρούπολη — ύφαλα |
|||