|
το смесь; сплав #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово смесь? — σύγκραμα как на (ново)греческом будет слово сплав? — σύγκραμα как с (ново)греческого переводится слово σύγκραμα? — смесь, сплав — τροχιοδείκτης — δαιμονισμένος — αγγελοζωγραφιστός — τσοντάδικο — ξεχρεώνω — προκαλυπτικός — υπερασπίζω — σαντακρούτα — αναπόδεχτος — ιμπρεσάριος — λαδωτήρι — μπότα — κακοδιαθεσία — αιμοστάτης — βύζασμα — μεζεδοπωλείο — παραπέταγμα — σέρνω — φουστανέλα — αλκοολικότητα — γουφάρι |
|||