|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κτηριολογικός? — — άξεστα — ψευδόθυρον — νεάργυρος — λαμπυράδα — στάχωμα — κλητός — μουρμουρητό — χοηφόρος — φαγοκύττωση — κουβαρντάς — τρυποφράχτης — ακοστάρω — αποθηκοφύλαξ — οδοντικός — παραλογητό — ενενηντάρα — συμπάσχω — ακτοπλοΐα — πλαγίαυλος — πρόβολος — χυδαιολόγος |
|||