|
обручальный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово обручальный? — μνηστευτικός как с (ново)греческого переводится слово μνηστευτικός? — обручальный — καζαντζής — εργογράφος — ακρωτηρίαση — συχνοβλέπω — δυσδιάλυτος — αντεπαναστατικός — μικροφωτογραφία — προάσπιση — εδρικός — ανεμοσκορπίζω — κρυψίνους — γκιούλι — ακριοπόθητος — εκδοτέος — ξαμολλώ — φίλμ — ξεβασκαίνω — σκύλίστικος — γραφομανία — αλάκτιστος — παρακοινοβούλιο |
|||