|
η простор; ширь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово простор? — άπλα как на (ново)греческом будет слово ширь? — άπλα как с (ново)греческого переводится слово άπλα? — простор, ширь — μπεκροκανάτα — φύλαγμα — μολυβδουργός — τυποτηλεγραφικός — ξηρά — πελνδνότης — νυχτέρι — αντικαθρεφτίζω — ζυγηδόν — βρωμόλογος — αρκουδάνθρωπος — άλευρον — αντιμένω — καρπώτρια — ανεξομολόγητος — υπερτροφικός — ρημάδα — μπεζεβέγκισσα — αεροβασία — ευθανασία — ξενοδοχιακός |
|||