Новогреческий словарь
τηλεμετρικός
τηλεμετρικός
телеметрический
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
телеметрический
? —
τηλεμετρικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
τηλεμετρικός
? — телеметрический
#
(ново)греческий словарь
—
παράβολος
—
αυτοραθιογραφία
—
χοντροκεφαλιά
—
εξοπλισμένος
—
σκυλάδικο
—
αυτοκυρίαρχος
—
διαγωνιστής
—
δασάρχης
—
ξεδίψασμα
—
ηφαιστειακός
—
αγγελοκρίτης
—
κοφτός
—
κοσπεντάρικο
—
ζάρω
—
διακόφτα
—
αφανιστής
—
παζαρεύω
—
ονειρολογία
—
χονδρέμπορας
—
αλβανόφωνος
—
επιλησμοσύνη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве