|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δέων? — — ελαχιστοποιούμαι — εντοιχίζω — λυκόμορφος — αρίδι — προστατευτικό — αλπινισμός — βιβλιοπωλικός — χωριατοσύνη — καυσιμότης — χρυσογελούσα — πρωτεργάτις — πρεσβευτικός — χιλιαπλάσιος — κατάταξη — αποδεικνυόμενος — βλακόμουτρο — μαγγανεύτρια — αστροστάτης — βρογχεκτασία — χρυσοχοείο — κουταλιά |
|||