|
донкихотский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово донкихотский? — δογκιχωτικός как с (ново)греческого переводится слово δογκιχωτικός? — донкихотский — τραυματιοφορίνα — κομποδένω — πολυγαμικός — διαδίδω — προϊδεαστικά — ξετσίπωτος — καλόττα — ευμετάθετος — ευλογιάρης — εξαετία — αεργία — αρτάνη — νηολόγιο — κυλίστρα — χαράκι — σπείρω — παρασχηματισμός — ρήγμα — γλοιφός — ρόδισμα — άπλυτος |
|||