|
генетический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово генетический? — γενεσιακός как с (ново)греческого переводится слово γενεσιακός? — генетический — αντιθέτω — αδιαφιλονίκητα — ποντάρω — αποδιωγμός — κατάστρωμα — φρεσκογυαλισμένος — λογόστεμα — νικηφόρος — φρικτά — ζωτικός — συναγείρω — λέλεκας — γλυφούτσικος — καλαμπόκι — ηλεκτραρνητικότητα — περιέργεια — αντιπρότασις — επίφραξη — εριουργείο — αγκυροβολώ — προδικαστικός |
|||