|
незакалённый (о железе) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово незакалённый? — απυράκτωτος как с (ново)греческого переводится слово απυράκτωτος? — незакалённый — εικονομαχία — πλαγκτός — αντικέρ — κεφάλα — πολυφίλητος — παρακεντώ — σουβλομύτης — νομισμοτοστάθμη — ξυπασμένος — εντεροσκόπιο — κατενθουσιασμένος — πιτζιέμ — οροαντίδραση — αποκωδικοποιητής — αλφαβήτα — ισοβάθμιος — σμίξη — γίδι — βάσταγμα — μισότρελος — ανεπισήμαντος |
|||