επιληπτικός

формы словаβ
επιληπτικός
мед. эпилептический



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово эпилептический? — επιληπτικός
как с (ново)греческого переводится слово επιληπτικός? — эпилептический


αντίστασηερασιτεχνισμόςαντίξοοςσκευήδευτέρωμαεύφθαρτοςβασταγόςλάστιχοανάδεμαγεναριάτικοςασφαλτοφόροςπροεδρίαένστιχτοδιήθημαπεριβολάρικοςαπευαισθητοποιούμαιυδροκεφαλικόςαραχνιάζωδισπέντσαντόμινοκρασοπατέρας




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit