|
внезапно #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεμιάς? — — ηλιοστάλαγμα — προλεταριάτο — προϊστορία — κότσι — επισκοπεία — βιβλιοφύλακας — ραντιστικός — λιοφάγος — ελαφοκτόνος — άμαξα — φλουδερός — πεννιά — γέρων — διαβροχή — χρωματίνη — ταμπεραμέντο — όδευσις — αντιστρέφω — αποτίλλω — εξαμβλωτικός — θειϊκός |
|||