|
η вражда #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вражда? — όχθρητα как с (ново)греческого переводится слово όχθρητα? — вражда — ερίφιο — μερικός — εμνήσθην — ευκολύνω — ομογνωμοσύνη — θεόστραβος — λιγόθυμος — βελονοθήκη — αδιάκριτος — σχετικότητα — συγκινητικότητα — λεμβουργείο — σποράδην — αλλαξοκαιριά — αδαμαντοκολλητός — δογματίζω — δίεση — εκφαυλισμός — πομπώδης — ακροπόδιον — απολησμονημένος |
|||