|
η потребительница #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово потребительница? — καταναλώτρια как с (ново)греческого переводится слово καταναλώτρια? — потребительница — κερματισμός — διαφθείρομαι — αστυκτηνίατρος — αφοβέριγος — σαββατόβραδο — ακοόμετρο — μαραθώνιος — τσουλάκι — ντεπό — κακοκαμωμένος — ξαναπαντρεύω — κανάτας — νωδός — Μητρώον — ρεμούλκα — ατομικός — πρωκτοϋδραυλικός — ποστρουμάς — μυροποιία — μεγαλειοτάτη — εργατικά |
|||