Новогреческий словарь
αραμπαδιά
αραμπαδιά
η
воз
;
μια ~ ξύλα — воз дров
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
воз
? —
αραμπαδιά
как с
(ново)греческого
переводится слово
αραμπαδιά
? — воз
#
(ново)греческий словарь
—
στρείδι
—
τηλεφώνημα
—
χοντρούλικος
—
πρόφρων
—
αλαλία
—
σκαπετάω
—
στραβολαίμης
—
αυτοβιογράφος
—
λιγούρα
—
τεσσαροκάντουνος
—
αγωγή
—
φιλανθρωπισμός
—
ταχύνω
—
αναγνώριση
—
ανακόχλαση
—
σαβουρογάμης
—
πολτώδης
—
γιαταγάνι
—
σκλάβωμα
—
καταπίστευση
—
ρουχικό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве