|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οριζοντίως? — — φτειάνομαι — φαντασμαγορικός — αμυντήριον — αλεξίπυρος — αλειμματένιος — διαφύλαξη — εκγαλλίζω — δοκιμιογράφος — αγιαστήρι — εξόρμιση — βαθουλώνω — ερημότοπος — ιδιωτεία — κοτσάνι — ακρογιαλιά — γλαυκίοπις — ψυχανεμίζομαι — αριοδάφνι — διαμηχανώμαι — ξεφούντωτος — βασιλόφρονας |
|||