Новогреческий словарь
δελφίν
δελφίν
(-ϊνος) ο
дельфин
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дельфин
? —
δελφίν
как с
(ново)греческого
переводится слово
δελφίν
? — дельфин
#
(ново)греческий словарь
—
μαζή
—
κοντόχοντρος
—
καυλιάρης
—
ανταρτόπληκτος
—
κοσμηματογραφία
—
φρεναδόρος
—
αντιχαριστικός
—
εξακύλινδρος
—
ολμοστοιχία
—
διαγέρνω
—
ακριβής
—
ιβίσκος
—
ψαρόβαρκα
—
θαυμαστικός
—
αερόσφαιρα
—
στοχασιά
—
αφραστος
—
αμήν
—
ανοστούτσικος
—
ανυπερτίμητος
—
αποδεικτικό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве