|
неукрашенный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неукрашенный? — αδιακόσμητος как с (ново)греческого переводится слово αδιακόσμητος? — неукрашенный — έλος — παροιμιακός — σαλονικιός — σκανδαλοθηρικός — γαρνιτούρα — πίτυκος — εγκοπίς — ανατίναγμα — γιορτινοντυμένος — ταφτάς — αμακαδόρισσα — κατωτερότητα — βούϊσμα — καζουϊστική — ακουστός — αειφανής — απόγδυμα — φύρα — διασταλτικό — περίστρεπτος — εύπιστος |
|||