|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ικανοποιητικά? — — μάτιση — κανάλι — καθαριστήριο — ξελουριάζω — κλωστοϋφαντουργικός — φτερουγώ — απάτωρ — εθελοντής — ακρόαμα — επιθετικός — συμπιλητής — καμπανούλα — δημώδης — αμίμητο — νησί — δεκαπεντάωρος — υποστηριχτής — ανασχετός — ιματιοθήκη — δονητικός — μπάσο |
|||