|
το циркуль #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово циркуль? — κουμπάσο как с (ново)греческого переводится слово κουμπάσο? — циркуль — φορτσάρισμα — γειτονοπούλα — βαθυσκαφής — νήδυμος — κληροδότρια — μηχανικό — τυμπανισμός — αλική — μελανόδερμοι — τσάντα — κατάφρακτο — ατηγάνιστος — ψυχομάντις — αφιλοτίμητος — χαλυβικός — πλοιοκτησία — ξεπαραδιάζομαι — υποτρίζω — φουντουκύς — φυλλομετράω — αστεροειδώς |
|||