|
свояк #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово свояк? — σύγγαμβρος как с (ново)греческого переводится слово σύγγαμβρος? — свояк — ανεμοβροχιά — ειδικευμένος — υποδείχνω — κένωση — σωληνοειδής — ξεβοτάνισμα — ξεγλιστρώ — παρακεκινδυνευμένος — γογγώ — πήζω — αναπαλλοτρίωτα — νταβραντίζω — πειστικότητα — αποκουμπώνω — δουλάκι — στεριώνω — κάποιος — καραμελλάς — προσορμίζομαι — μετριασμός — τέρμα |
|||