Новогреческий словарь
εξετέθη
εξετέθη
παθ. αόρ. от εκτίθεμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξετέθη
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γαυρομανώ
—
ακτινογραφία
—
δίκαιος
—
ξώφαρσα
—
ώσμωση
—
διασκορπιστής
—
εξεύρημα
—
ακροθιγώς
—
εμβολιάσιμος
—
στρατοκρατικός
—
φέγγος
—
πορνόγερος
—
ηρωολατρεία
—
ευήνεμος
—
γραφομαντεία
—
ταλαιπωρώ
—
ανεμοθύελλα
—
τρελαμένος
—
τσιρίζω
—
ανυψωτήρας
—
θόρυβος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве