πυκνόρρευστ|ος

формы словаβ
πυκνόρρευστ|ος
густой (о жидкости)



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово густой? — πυκνόρρευστος
как с (ново)греческого переводится слово πυκνόρρευστος? — густой


αναμφισβήτητοςτσώφλιπεντανόστιμοςφταίξιμοπλήμμυραακορντεονίσταςορνιθοτροφείοπρωτοβάζωκομουνιστικόςσυμμετοχικόςελαιογραφικόςαβούλητοςΚοινωνίαμεσόστρατοφωτομετρίαφλογότρεμοςθησαυρισμόςσκαριφίζωευχέτηςεκπέτασηυδατογράφημα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit