|
перепродавать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово перепродавать? — μεταπουλάω как с (ново)греческого переводится слово μεταπουλάω? — перепродавать — γιέν — καθισιά — συγκεχυμένος — ηφαιστειότητα — καψύλιο — βαρκούλα — σκονισμένος — Αρτεσία — ευχερώς — εκδικητής — κυλινδρισμός — ουδετερότητα — ρέκασμός — μαζέττας — γκρεμίζω — ξυσιματιά — θέμις — μονολεκτικά — ποτάζω — απόρθητα — καπνέμπορας |
|||