|
η петушиное пение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово петушиное пение? — πετεινολαλιά как с (ново)греческого переводится слово πετεινολαλιά? — петушиное пение — γαμπριάτικος — προβλεπτικότητα — αντιπροσωπευτικός — φιλοξενία — σόττο — ξέστρωτος — φάντες — χτικιάρικα — μισανθρωπία — μαρτυριάρισσα — χοντρούλης — διορθωτής — φυλάκιση — δροσολογάω — μέ — αποκλείω — απλώνομαι — ασκημούτσικος — εθνομάρτυς — γέλοιο — ενενηκονταετής |
|||