|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φτιασιδωμένος? — — οδύρομαι — αφόρμισμα — δορστοφόρος — αλιγούρευτος — πειθαρχημένος — δαυλίδα — παπα- — γαρμπόζος — διαπίδυση — αφροσκέπαστος — φορτίζω — αριστερό — επιδερμόφυτα — θεατρίζομαι — τριπλούς — εξήφθην — σπληνιάζω — σύμπτωση — αλετριά — σκληρία — σπαθιστής |
|||