|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αχνοΰφαντος? — — ξεσφίγγομαι — προσπέραση — προσφυγάκι — περίφημος — ρυπαντικώς — χαραμοφάγα — γυφταριό — λιθοτριψία — ψυχρίτσα — διάκος — προσκύνημα — φαφουτιάζω — πολτοποιούμαι — δωρολήπτης — αδελφομεράδι — τσιμεντοκονίαμα — δυσανάγνωστος — υπερώα — Πορτογάλλος — οφθαλμοπορνεία — ενενηντάρα |
|||