|
η перевозка, переправа #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово перевозка? — διαπόρθμευση как на (ново)греческом будет слово переправа? — διαπόρθμευση как с (ново)греческого переводится слово διαπόρθμευση? — перевозка, переправа — παρανάλωμα — φορέω — περγουλιά — αρχοντοπιάνομαι — ζαχαροπλαστείο — εκμαρτυρία — γαιανθρακεμπόριον — αυλακίζω — αναποδιάζω — δίκαυλος — ασπιρίνη — ερέα — μεταλλοειδικός — κληρικισμός — ελπίδα — ιππική — ατζαμίδικος — προστυχάντζα — ποθεινός — γυναικάρεσκος — τοξικομανία |
|||