|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γυμνόσπερμος? — — ποιόν — φλογίζομαι — μαντέκα — σταθήτε — ανόρεκτος — αργυρολαμπής — λιθοκοπία — προδοσία — λαμπικάρισμα — εναποθηκευτής — πρόκριτος — βαρυποινίτης — ακοίμητος — βρεμένος — ρετσίνα — φουσκώνω — φρουραρχείο — ξενισμός — εξετάφην — γέρα — ανθοστεφανώνω |
|||