|
звонкий, заливающийся; ~ά γέλια — звонкий смех #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово звонкий? — καμπανιστός как на (ново)греческом будет слово заливающийся? — καμπανιστός как с (ново)греческого переводится слово καμπανιστός? — звонкий, заливающийся — κακο- — δεκαημερία — σιναπόσπορος — μαγική — βουτρόφος — ορνίθωση — αρρώστια — εξαμβλώνω — μισανοικτός — υλοτόμος — επέτειος — Θεοκυήτωρ — κακόν — καστανέα — μελαγχολία — εριφος — στάλσιμο — χιλιμίντρισμα — εκταμιεύω — οιακιστής — κουμπί |
|||