|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διακριτικώς? — — κωμόπολη — ασκημάδα — αρτιοδάκτυλος — θειάφινος — αγιοσύνη — συντεχνιακός — ράξ — χαμοσέρνω — τσαπατσούλικα — κληρονομικότητα — γκρεμισιά — αφουγκράστρα — έδωσα — εκτριπτικός — χαμαιπετής — γυροτριγύρω — γαλάζιος — αυλόθυρα — αποσάρωμα — λίγδα — υπογειάρα |
|||