|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εξουσιαστικά? — — εκπιεστός — μετεωρόλιθος — ξυλοκρέββατο — δημοτικά — νεοτερισμός — αεικίνητος — οδοντόκονη — υμνωδώ — αναφωτίδα — αξιοσύστατος — νταβίδι — βέργα — βίβλος — ενθρονίζω — θυμηδία — βάρεμα — θυροκολλώ — αποκαθήλωση — αυτοπαινιέμαι — ανηφόρα — τσιγαράκι |
|||