|
опоясанный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово опоясанный? — αμφίζωστος как с (ново)греческого переводится слово αμφίζωστος? — опоясанный — βυζαχτής — ξανατύπωμα — μακαρόνι — πόα — σβησμένος — λιοτριβειό — δικάσιμος — ματεριαλιστικός — ανάθημα — διυλίζω — απρόσβλεπτος — ουδετερόφιλος — δελφινοκόριτσο — αποδυναμώνομαι — προσλαμβάνω — έπειτα — προσόψι — αυτοσυστήνομαι — αποκένωση — γιουγκοσλαβικός — βαρυφορτώνω |
|||