|
убивающий саранчу #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово убивающий саранчу? — ακριδοκτόνος как с (ново)греческого переводится слово ακριδοκτόνος? — убивающий саранчу — εντερεκτομία — καραγκιόζαινα — αμασκάρωτος — πόα — ιχθυολιμένας — μέλει — ιμάτιον — αρμαθιάζω — προσωρινότητα — σχολή — πτωχευμένος — οφθαλμικός — πηγάδι — ηλιόκηυστος — χρηματολογώ — απαρχή — ντρένιος — κακολόγος — ψήσιμο — ακαταμάχητο — απαρέμφατο |
|||