|
хронометрировать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хронометрировать? — χρονομετρώ как с (ново)греческого переводится слово χρονομετρώ? — хронометрировать — ημιαυτοματικός — γουρλίδισσα — σομακί — λαχανόπιττα — απατίκωτος — ταξιδιάρικος — λοταριτζής — προσμαρτυρώ — ανεπάγγελτος — σρυρτουκεύω — χειροβάδισμα — παραμιλώ — καταλάγιασμα — λαθραλιεία — λινοτύπης — αμφιμασχάλια — αποστρατιωτικοποιημένος — βρωμοδουλειά — καλιμπράρισμα — διακλαδώνομαι — θρασύδειλος |
|||