Новогреческий словарь
δεκαπέντε
δεκαπέντε
пятнадцать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пятнадцать
? —
δεκαπέντε
как с
(ново)греческого
переводится слово
δεκαπέντε
? — пятнадцать
#
(ново)греческий словарь
—
ατσαλεύω
—
εντολοδόχος
—
ελλοβοσπέρματος
—
κοντοφθαλμία
—
φλοιώδης
—
άτοπο
—
φαρμακοτεχνία
—
χειροπιαστός
—
χαλκονόμισμα
—
πλάγιασμα
—
απαλυντικός
—
τσιρλητό
—
φωτομέτρηση
—
ακρόλοφος
—
κιβωτιάκι
—
αργοξύπνητος
—
συνοσφαλίστρια
—
δημοδιδασκαλείο
—
διαφυλάττω
—
πλανεύω
—
βίβλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,