|
η хрупкость, ломкость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хрупкость? — ψαθυρότητα как на (ново)греческом будет слово ломкость? — ψαθυρότητα как с (ново)греческого переводится слово ψαθυρότητα? — хрупкость, ломкость — πράϋνση — αναβιώνω — μπετονόκαρφο — αλογίνα — ανέλπιδος — καταδικασθείς — βασταχτός — μαδρεπόραι — χορευτής — ασυμμόρφωτος — ελεφαντοστούν — αναμεσαριά — Αυστριακός — πουρέ — ξαφνισμός — συγκυβέρνηση — καπνός — βυθομετρία — νοτιάς — σαμποτέρ — προσωποκράτηση |
|||