|
мозолистый; ~ικα χέρια — мозолистые руки #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мозолистый? — ροζιάρικος как с (ново)греческого переводится слово ροζιάρικος? — мозолистый — παραγώνι — αναφωνήτρια — μετρικός — εργοτισμός — περιχαράκωμα — σωματειακός — ψυχοσώστρα — επτακισχίλιοι — μαμμή — καρτέλλα — γλυκόζη — ξεχύνομαι — ανόργανη — τάπα — άπτυστος — αποτέλεσμα — αγιωσύνη — πιστολάκι — ζωσμένος — φωτόφοβος — αντινομιστικός |
|||