ενδοτικότητα

формы словаβ
ενδοτικότητα
η уступчивость, сговорчивость (свойство характера)



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово уступчивость? — ενδοτικότητα
как на (ново)греческом будет слово сговорчивость? — ενδοτικότητα
как с (ново)греческого переводится слово ενδοτικότητα? — уступчивость, сговорчивость


μπαγκάζιατρυποφράχτηςκαταχαίρομαιφυλλόταξητσιουκάνιμπατικόςεναγκάλισμακτηνάλευροκλινήρηςαπερίσκεπτοςχωρογράφοςεγκαρσίωςκοχλιόςστερεομετρίααχρωματικόςποστομανήςμεσοκυττάριοςηλεκτροφόρονμασσέζταυτώνυμοςχίασμα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit