πλαστογράφ|ος

формы словаβ
πλαστογράφ|ος
ο, η фальсификатор



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово фальсификатор? — πλαστογράφος
как с (ново)греческого переводится слово πλαστογράφος? — фальсификатор


προβιβάζομαιφαυλότηταφλογόλευκοςεπίπληξηαφεντάνθρωποςκατοικίδιοςειδωλολατρίαπνευμονικόςξοπίσωπλαγιάφυλλορροώπειθαναγκάζωεκλειπτικόςαποσάθρωσηασημογόμαροαιθεροβάμωνφρέσκοεξάδαμπλόγκιαρτηρίδιοβαβυλώνια




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit