Новогреческий словарь
σταυρομάννα
σταυρομάννα
η
мать побратима
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мать побратима
? —
σταυρομάννα
как с
(ново)греческого
переводится слово
σταυρομάννα
? — мать побратима
#
(ново)греческий словарь
—
δυσνόητος
—
οικονομικός
—
μπατακτσηλίκι
—
αστεροπληθής
—
πατίνια
—
σπίλωση
—
υπαναχώρηση
—
εγκεφαλομυελίτιδα
—
αποκάμνω
—
ατσάκωτος
—
ερειπωμένος
—
χωστός
—
αδακρυς
—
βιβλιακός
—
αναφρόδιτος
—
ακίς
—
Θόδωρος
—
λωρίον
—
εξετράφην
—
βουβώνα
—
ακλήτευτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,