Новогреческий словарь
εγκλεισμός
εγκλεισμός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εγκλεισμός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
στέγαση
—
απόκαρσις
—
μπουνατσάρει
—
αεροβατώ
—
τρισύλλαβος
—
ασύνταχτος
—
οία
—
πισθάγκωνα
—
τεντυμπόϋς
—
εδαφιστήριον
—
μακροδάκτυλος
—
άϊ-...
—
σοκολάτα
—
ελαιοβαφής
—
μονοψήφιος
—
αλλοιώτικα
—
πολυώδυνος
—
μεγαληγορώ
—
θριαμβεύτρια
—
βροντημός
—
βολή
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве